Ο εμμονικός εαυτός

Είμαι η Ανθή Σουβατζόγλου και σήμερα θα σας μιλήσω  για τον εμμονικό άνθρωπο...
Είναι σημαντικό να πούμε πως η εμμονή δεν εμφανίζεται ξαφνικά· χτίζεται σιωπηλά, σαν υγρασία σε κλειστό δωμάτιο. Δεν τη βλέπεις αμέσως, αλλά όταν το καταλάβεις, έχει ποτίσει τα πάντα. Δεν είναι μια ιδιοτροπία — είναι μια ψυχική στρατηγική. Μια απεγνωσμένη προσπάθεια επιβίωσης από την εσωτερική ντροπή.

Στην καρδιά της εμμονής βρίσκεται το αίσθημα κατωτερότητας. Η αδυναμία να εμπιστευτείς τον εαυτό σου, να αντέξεις το ενδεχόμενο του λάθους, να αποδεχτείς πως έχεις ατέλειες και αξίζεις παρ’ όλα αυτά. Ο εμμονικός δεν ζητά επιβεβαίωση από ψυχική δύναμη, αλλά από φόβο. Όχι γιατί έχει αυτοπεποίθηση — αλλά γιατί έχει καταπιεί την πεποίθηση ότι, αν δεν ελέγχει, δεν αξίζει τίποτα.
Και δεν αγαπά. Όχι επειδή δεν θέλει. Αλλά επειδή δεν μπορεί. Η αγάπη απαιτεί χώρο, αποδοχή, εμπιστοσύνη. Ο εμμονικός δεν έχει τίποτα από αυτά. Ζει υπό όρους, υπό εσωτερικό καταναγκασμό. Η ζωή του περιστρέφεται γύρω από συγκεκριμένα σημεία: την καθαριότητα, την υγεία, την επιτυχία, την εικόνα. Το σώμα γίνεται σύμβολο: πρέπει να είναι σωστό, καθαρό, άτρωτο. Γιατί αν δεν είναι, καταρρέει η ψευδαίσθηση ασφάλειας. Η τελειότητα γίνεται εθισμός. Το να είναι «καλός» ή «σωστός» σε ένα κομμάτι, δεν είναι προτίμηση — είναι άμυνα απέναντι στην ντροπή.

Η εμμονή με ένα άτομο είναι ίσως η πιο παραπλανητική μορφή αυτού του μηχανισμού. Ο εμμονικός δεν αγαπά πραγματικά το πρόσωπο — το εξιδανικεύει ή το δαιμονοποιεί, εναλλάξ. Δεν θέλει σχέση· θέλει βεβαιότητα. «Με θέλει;», «με σκέφτεται;», «με απορρίπτει;», «με προδίδει;». Δεν βλέπει τον άλλον όπως είναι, αλλά όπως τον χρειάζεται για να νιώσει πως υπάρχει. Δεν τον αγαπά — τον χρησιμοποιεί ως καθρέφτη για μια εσωτερική πληγή που δεν λέει να κλείσει. Κι όσο αυτή η πληγή μένει ανοιχτή, τόσο περισσότερο εθίζεται στην ανακύκλωση της ματαίωσης. Δεν θέλει τον άλλον· θέλει αυτό που συμβολίζει. Και φυσικά, αυτό δεν ικανοποιείται ποτέ.
Υπάρχει όμως και η αρνητική εμμονή με πρόσωπα: η πεποίθηση ότι κάποιος σε απορρίπτει, σε ενοχλεί, σου κάνει κακό. Εκεί δεν υπάρχει έρωτας, αλλά φόβος. Ο εμμονικός πείθεται πως υπάρχει ένας «άλλος» που τον υπονομεύει. Δεν ψάχνει αποδείξεις· έχει ήδη βγάλει το συμπέρασμα. Και όσο βαθύτερη είναι η ανασφάλεια, τόσο πιο πολύ φουντώνει η καχυποψία. Ο άλλος δεν είναι απλώς άνθρωπος — είναι απειλή. Ο εχθρός που εξηγεί γιατί το υποκείμενο νιώθει όπως νιώθει. Αν εγώ αισθάνομαι λίγος, κάποιος πρέπει να φταίει.

Και στις δύο περιπτώσεις — είτε μέσω εξάρτησης, είτε μέσω καχυποψίας — το υποκείμενο απομακρύνεται από τον εαυτό του και τους άλλους. Δεν συνδέεται. Δεν ακούει. Ζει σε έναν ψυχικό μηχανισμό που μοιάζει με προστασία, αλλά είναι φυλακή.

Κι όμως, η εμμονή δεν είναι καταδίκη. Είναι ένδειξη προσπάθειας. Ένας στρεβλός αλλά απελπισμένος τρόπος να προστατευτεί κάποιος από κάτι που κάποτε δεν άντεξε. Είναι το ψυχικό δέρμα που κράτησε έξω το χάος, όταν τίποτα άλλο δεν υπήρχε. Και για να αρχίσει να λιώνει αυτό το περίβλημα, δεν χρειάζεται επίθεση. Χρειάζεται χώρος,χρόνος και λόγος.

Η ψυχανάλυση , μπορεί να προσφέρει έναν τέτοιο χώρο. Έναν τόπο όπου το άτομο μπορεί να αρχίσει να μιλά χωρίς να το διορθώνουν, να σκέφτεται χωρίς να πιέζεται, να βλέπει χωρίς να φοβάται τι θα φανεί. Να αντικρίσει όχι μόνο τον πόνο του, αλλά και την ανθρώπινη μοναξιά που έχει σκεπάσει με στρώματα ψυχικού ελέγχου. Γιατί στο τέλος, η λύτρωση δεν είναι η επιβεβαίωση· είναι η συνάντηση. Να ζήσει κανείς δίπλα σε άλλους, χωρίς να χρειάζεται συνεχώς να προστατεύεται.

Αυτό, στο βάθος, είναι θεραπεία: να ξαναγίνει το άτομο σχέση.
🎧 Άκουσε το άρθρο: "Ο εμμονικός εαυτός"

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η αξία της ψυχανάλυσης

Αυτοπεποίθηση όχι εγωισμός

Εθισμός